Ο Όσιος Χριστόδουλος, κατά κόσμο Ιωάννης, γεννήθηκε το 1020 στη Νίκαια της Βιθυνίας από ευσεβείς γονείς, τον Θεόδωρο και την Αννα. Ανατράφηκε από τα νεανικά του χρόνια στην μοναχική πολιτεία και ασκήτεψε στον Όλυμπο της Βιθυνίας και στην Παλαιστίνη. Έπειτα απήλθε στο όρος Λάτρον της Καρίας της Μ. Ασίας, στη μονή του Στήλου, όπου ίδρυσε βιβλιοθήκη και συγκέντρωσε γύρω του πολλούς μοναχούς. Εξαιτίας της παραμονής του στο όρος του Λάτρου, ο Όσιος Χριστόδουλος προσονομάζεται «Λατρηνός». Λόγω όμως των βαρβαρικών επιδρομών κατέφυγε, το έτος 1079, στην Πάτμο, όπου με την συνδρομή του αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ του Κομνηνού (1081-1118) ανήγειρε την περιώνυμη μονή και βιβλιοθήκη.
Στην συνέχεια μετέβη στην Κωνσταντινούπολη για υποθέσεις της μονής και αργότερα, αφού παραιτήθηκε από ηγούμενος, ήλθε στο Στρόβιλο, πόλη κοντά στην ακτή της Μ. Ασίας και ανέλαβε εκεί την φροντίδα της μονής του Αρσενίου. Από το Στρόβιλο μετέβη αργότερα στη νήσο Κώ. Εκεί ίδρυσε μονή της Αγνής Θεομήτορος, στην οποία κατόπιν ενεργειών του ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Αλέξιος Α΄ ο Κομνηνός, δώρισε προάστια της νήσου Λέρου και τη νήσο Λειψώ.
Από την Κώ μετέβη στην Κωνσταντινούπολη και αφού συνάντησε τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ Κομνηνό, τον παρακάλεσε να του δώσει άδεια να ιδρύσει μονή στη νήσο Πάτμο. Η άδεια παρασχέθηκε και επιπλέον παραχωρήθηκε στον Όσιο από τον αυτοκράτορα και όλη η νήσος το έτος 1088 (με χρυσόβουλο μετά από ανταλλαγή με ακίνητα στην Κω). Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »